
Και για όσους βαργιούνται να ψάξουν, εδώ.
Τόχα προσέξει από παλιά ότι τον εμπνέουν οι κυρίες με μπότες. Αλλά όχι κι έτσι, ο μπαγάσας! Όπου δει (καλή) μπότα, εκεί! Καρφώνεται άγρια και παίζει το παιγνίδι της υποταγής.
Μία παρέα, σε ένα ερημοκκλήσι, χτες γλεντούσε όλη την ημέρα. Καλά περάσαμε! Και ένιωσα 23 χρόνια νεότερος.



Βλέπω ένα μαγαζί, μπαίνω και ρωτάω ευγενικά «Λαμπάδες πουλάτε, κύριε;» «Κεργιά και λιβάνια!» μου απαντά ξερά! Προσβεβλημένος, είπα να του απαντήσω όπως του άξιζε αλλά είδα το παρακάτω αυτοκόλλητο και σώπασα...


Έφυγε την Κυριακή ο Σπύρος Μαρκόπουλος, ο δασκαλάκος που 'ταν λεβεντιά. Τον ήξερα χρόνια, διακοπές, βόλτες με τις μηχανές, σαχλαμαροκουβεντούλες στο Στέκι. Τον τελευταίο καιρό είχαμε χαθεί, δεν απόρησα, πάντα ήταν πολυάσχολος. Υπέθεσα ότι έτρεχε για το διδακτορικό του. Μέχρι που ήρθε χτες το η-μέιλ με ένα από τα κείμενα που παραθέτω στο λινκ. Δεν νομίζω πως θάθελε να τον αποχαιρετίσουμε με κάτι θλιβερό, ήταν αισιόδοξος άνθρωπος. Γι' αυτό βάζω ένα γκράφιτι που είδα προχτές, την ημέρα του θανάτου του, στα Εξάρχεια. Καλό δρόμο, Σπυράκο...


Βαργιόμουν σήμερα. Και δεν ήμουν ο μόνος...
Πήγα στο πάρκο της Ναυαρίνου και γέλασα με έναν τυπάκο, ο οποίος μόλις έμαθε το σχόλιο Κακλαμάνη «Δεν έχω αντιληφθεί να υπάρχει κανένα πάρκο στη Ναυαρίνου. Ένα πάρκινγκ ξέρω ότι υπάρχει...» απάντησε «Πάρκινγκ, λέει, ε; Και γιατί δεν φέρνει το αμάξι του να το παρκάρει;»
Έκανα διάφορες φωτογραφίες, λέμε τώρα... Με είδε και μία συμπαθεστάτη κυρία και με αρώτησε αν είμαι ο Σκύλος της Β.Κ. Πωπωπω, ρόμπες ξεκούμπωτες και κλαρωτές γίναμε!
Ρούφηξα ήλιο, σαν σαύρα. Άκουσα και τις μουζικές που παίζανε.
Χάζεψα και τον πιο παρτσακλό σκύλο του κόζμου, τον Ροβινσώνα, που τον έχει ο φίλος μου ο Παρασκευάς. Μετεμψύχωση του Λεβ Γιασίν, είναι, λέμε!

Και μετά είδα μία συγκινητική μικρή αγγελία. Δεν ξέρω γιατί αλλά έφτιαξα με το μυαλό μου ένα κάρο ιστορίες. Μου άρεσε και η παρεχόμενη αμοιβή. Ανεκτίμητη, λέμε!
Κι έτσι, θυμήθηκα ένα άλλο μαντήλι, που πριν μερικούς μήνες μία κοπελιά το είχε ρίξει σε έναν λεβέντη (άγνωστό της αλλά έκανε «μπαμ!» ότι ήτανε λεβέντης), για να προφυλαχτεί από δακρυγόνα. Ο λεβέντης τόφερε δακρυγονιασμένο, το πλύναμε, το αρωματίσαμε και τονε περιμένουμε να πάει να τηνε ψάξει, να της το δώσει πίσω. Αλλά είναι πολύ ντροπαλός, λέμε!
Τι να κάνω, τώρα; Να βάλω κι εγώ μικρή αγγελία για το μαντήλι; Ε;
Στη Βωβούσα Ιωαννίνων. Να πώ πως δεν τηνε ζήλεψα; Τηνε ζήλεψα! 'Ηταν ένας μικρός ιδιωτικός παράδεισος, ανοιχτός μόνο σ' εκείνους που ανοίγει την καρδιά της η νοικοκυρά. Η οποία, όπως μας πληροφορεί έγκυρος Βοβουσολόγος στα σχόλια, λέγεται κυρία Ευανθία!