Έχομε πολλά πλατάνια. Έχομε κι άλλα δέντρα αλλά όχι εκεί που κάθομαι για να χαζέψω τα δραματικά ηλιοβασιλέματα. Βελλάσκεθ, λέμε!
Μυίγες, πολλές μυίγες!
Και σαυρίτσες που τις τρώνε!
Από τις σαύρες, οι μύγες παθαίνουν τόσο άγχος που πνίγουν την αγωνία τους στο πιοτό.
Άλλα ζώα παθαίνουν κατάθλιψη όταν βλέπουν αυτό το κούτσουρο, γιατί νομίζουν πως είναι πάγκος του χασάπη ή -ακόμα χειρότερα- για τον πέλεκυ του δήμιου.
Στην πραγματικότητα είναι ένα κομμάτι μουργιάς, που χρησίμευε για σκαμνάκι πριν 40 χρόνια αλλά τώρα -λόγω κοιλιάς- το χρησιμοποιώ για υποπόδιο. Σκίμποδα, βρε παιδί μου!
Φυτεύομε και ηλιοτρόπια.
«Καλό αυτό! Χαχα... Το άλλο με το γάτο στον κτηνίατρο, το ξέρεις;»
«Πιάστε με πρώτα, αν μπορείτε... Στον κτηνίατρο σε πήγαν εσένα και σου κόψανε τα σαλτανάτια σου!»
«Ας αλλάξουμε καλύτερα θέμα κι ας γράψουμε το γάτο στα ... όχι, άσ'το καλύτερα!»
Κατά τα λοιπά, έχομε παπαρούνες και αμπελίνες, αναρριχητικά που κάνουν ωραίο πράσινο φόντο αλλά θέλουν τακτικό κλάδεμα για να μην πλημμυρίσουν τον τόπο.
Σπάρτα (δις ιζ...), καρυδιές, πουρνάρια και μουριές.
Και τέλος, η πιο πρόσφατη πρωτοβουλία του συλλόγου μας: παιδική χαρά για μυίγες.
Εδώ η τραμπάλα!